Το σύνδρομο πρόσκρουσης (ή αλλιώς ακετυλομηριαίας πρόσκρουσης όπως είναι διεθνώς γνωστό) εξελίσσεται σε μια συνήθη διάγνωση στην ορθοπεδική κοινότητα για καταστάσεις πόνου στο ισχίο σε νέες και μέσες ηλικίες. Αποτελεί μια σχετικά νέα διαγνωστική οντότητα που χαρακτηρίζεται από συμπτώματα πόνου και περιορισμού κίνησης στην πρόσθια, πλάγια και σπανιότερα οπίσθια περιοχή του ισχίου.
Οι ανατομικές ιδιομορφίες των οστών του ισχίου (μηριαία κεφαλή και κοτύλη) μπορούν λόγω της καθημερινής χρήσης να οδηγήσουν σε αλλαγές στην μορφολογία της άρθρωσης και κατ’ επέκταση στον πόνο. Επί πολλά χρόνια οι διαγνώσεις ήταν διάφορες και ποικίλες όπως μυϊκές θλάσεις, μορφές αρθρίτιδας, προβλήματα του ουροποιητικού ή του γυναικολογικού συστήματος. Πιο συγκεκριμένα, η οστεοαρθρίτιδα θεωρούταν ως μια πάθηση της τρίτης ηλικίας. Όπως όμως έχει διαπιστωθεί την τελευταία δεκαετία το σύνδρομο ακετυλομηριαίας πρόσκρουσης (ΣΑΠ) εμφανίζεται πολύ συχνά σε νεαρές ηλικίες και μπορεί να αποτελέσει προδιαθεσιακό παράγοντα για μελλοντική οστεοαρθρίτιδα.
Ουσιαστικά, το ΣΑΠ ορίζεται ως η κατάσταση πόνου στο ισχίο λόγω της μη ομαλής επαφής της κεφαλής του μηριαίου οστού με την κοτύλη (Ganz et al, 2003).
Κατηγοριοποίηση Συνδρόμου Πρόσκρουσης Ισχίου
Βάσει της αιτιολογίας της συγκεκριμένης παθολογίας, το ΣΑΠ διακρίνεται σε:
Το ΣΑΠ εμφανίζει σχετικά αυξημένη συχνότητα εμφάνισης στις γυναίκες και μπορεί να συσχετιστεί με διαφόρους προδιαθεσιακούς παράγοντες στο ιστορικό – εξέταση όπως:
Το σύμπτωμα κλειδί που αναφέρεται από την πλειοψηφία των ασθενών είναι η αδυναμία παραμονής στην καθιστή θέση για παρατεταμένη χρονική διάρκεια. Οι ασθενείς αναγκάζονται να μεταφέρουν διαρκώς το βάρος τους προς την μία και την άλλη πλευρά ή επιλέγουν να σηκώνονται για να ανακουφίσουν τα συμπτώματα τους. Επίσης, συχνά χαρακτηριστικά που αναφέρονται είναι ήχοι τύπου «κλικ» ή μπλοκάρισμα της άρθρωσης που συνοδεύεται από οξύ βαθύ πόνο στην περιοχή του ισχίου. Οι κινήσεις που περιορίζονται είναι οι κινήσεις του μηρού προς τα πάνω σε συνδυασμό συνήθως με έσω περιστροφή.
Όσον αφορά τη διάγνωση ένας μεγάλος αριθμός από δοκιμασίες εφαρμόζεται από τον θεράπων ορθοπεδικό, ο οποίος μπορεί να αποκομίσει σημαντικά στοιχεία επίσης από διαγνωστικές απεικονιστικές μεθόδους (ακτινογραφία, μαγνητική – αξονική τομογραφία).
Αντιμετώπιση
Η συντηρητική μορφή θεραπείας θεωρείται πάντα η πρώτη επιλογή. Η συντηρητική αντιμετώπιση περιλαμβάνει:
Σημαντικό τμήμα της τελευταίας είναι η αναγνώριση των παραγόντων που συντελούν και επηρεάζουν το αίσθημα του πόνου και το εύρος της κίνησης του ασθενή. Για το λόγο αυτό έμφαση δίδεται στην φυσικοθεραπευτική αξιολόγηση των παρακάτω:
Επίσης, κλινικά ο θεραπευτής περιλαμβάνει στην αξιολόγηση του δοκιμασίες για την διαφοροδιάγνωση του προβλήματος του ισχίου:
Η εμβιομηχανική παρατήρηση του ασθενή και η εύρεση λάθος θέσεων ή κινήσεων του πέλματος και του πυρήνα του σώματος (σπονδυλική στήλη και λεκάνη) αποτελούν παράγοντες των οποίων η βελτίωση μπορεί να προσφέρει σημαντική βοήθεια στην επίλυση των αιτιών που οδηγούν στην εμφάνιση του συνδρόμου πρόσκρουσης του ισχίου.
Η φυσικοθεραπεία ανάλογα με την οξύτητα των συμπτωμάτων μπορεί να περιλαμβάνει:
Η χειρουργική αντιμετώπιση αποτελεί την λύση επιλογής σε καταστάσεις μη βελτίωσης της καθημερινότητας και λειτουργικότητας του ασθενή. Εκτελείται με την τεχνική της αρθροσκόπησης και περιλαμβάνει χρονικό διάστημα αποκατάστασης από 6 εβδομάδες έως και 4 μήνες εξαρτωμένου του τύπου του χειρουργείου που εκτελέσθηκε.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α. ΤΣΙΡΙΓΓΑΚΗΣ
Φυσικοθεραπευτής PT, MSc, CGA, MT IMTA
Κλινικός Εμβιομηχανικής Ανάλυσης Κίνησης
Μέλος – Καθηγητής FOOT SCIENCE INTERNATIONA
Διαβάστε Επίσης